Θίασος
χωρίς λόγο
Παρακολουθώντας
αλλά και ακολουθώντας την πορεία του πανελλήνιου πρωταθλήματος Beach Volley
(masters) και με δεδομένη την προσπάθεια που καταβάλλεται από την διοίκηση της
ΕΟΠΕ και τους γνωστούς «παρατρεχάμενους»
να δοθεί η αίσθηση ότι την φετινή χρονιά ζούμε την «επανεκκίνηση» του αθλήματος
αναπόφευκτα οδηγούμαστε στις παρακάτω διαπιστώσεις.
Η
εικόνα αλλά και το αποτέλεσμα των διοργανώσεων δεν δικαίωσε ούτε τις προθέσεις
ούτε τις μεγάλες προσδοκίες των διοργανωτών. Βιώνουμε βέβαια μια πρωτόγνωρη
απόπειρα συγκεκριμένων ανθρώπων, όπου η εκκίνησή τους είναι από διαφορετική
αφετηρία γιατί τους ενώνει το κοινό συμφέρον και έχουν βαλθεί να μας αποδείξουν
ότι ζούμε σε μια εικονική πραγματικότητα...
Στην
πράξη και στην ουσία όμως δεν κατόρθωσαν
και δεν πέτυχαν τον στόχο, γιατί όπως φάνηκε από μόνη της η προσπάθεια αυτή δεν
έφτανε, αφού μόνο με την εικόνα δεν
μπορείς να παράξεις προϊόν.
Η
παρακολούθηση της επικαιρότητας μας οδήγησε σε θλιβερές διαπιστώσεις, τόσο για
το μέλλον των διοργανώσεων, τουλάχιστον με τον τρόπο και την μορφή που έχουν
σήμερα, όσο και για την ποιότητα και το επίπεδο των αγώνων που φαίνεται να
είναι το χαμηλότερο τα τελευταία χρόνια.
Αποδείχτηκε
ο μύθος της «τεχνοκρατικής προσέγγισης» που καλλιεργήθηκε από κάποιους (στα χρόνια που ένας πακτωλός χρημάτων διατέθηκε και ένα μεγάλο πάρτυ ξεκίνησε
κυρίως την εποχή Μπελιγράτη), ότι ήταν ένα προπαγανδιστικό τέχνασμα.
Είναι
πλέον ξεκάθαρο ότι αυτό που ζήσαμε στο παρελθόν δεν ήταν προϊόν ενός σχεδιασμού
αλλά μιας χρυσοφόρας ευκαιριακής συναλλαγής.
Κανείς
όμως δεν φαίνεται (εκτός από τα συγκεκριμένα πρόσωπα) να μπορεί να δημιουργήσει
την ελπίδα ότι θα ξαναζήσουμε αυτή την εποχή σήμερα, χωρίς χρήματα και χωρίς
πυξίδα.
Στην
φετινή περίοδο που διανύουμε τα τρία masters πραγματοποιήθηκαν σε μια ακτίνα
250 km, χωρίς γεωγραφικό προσανατολισμό, που θα έδινε την πανελλήνια διάσταση
των διοργανώσεων.
Ο
στόχος τους ίσως δεν ήταν η μαζική παρουσία του κόσμου, κάτι που φάνηκε από την
υποδομή των γηπέδων που φιλοξενήθηκαν οι διοργανώσεις ,αφού δεν υπήρχε πρόβλεψη
παρά μόνο για λίγους θεατές. Εκτός αν φοβήθηκαν το ρίσκο ή το κόστος μεγάλων εξεδρών που μπορεί να έμεναν άδειες.
Οι
μεγάλες διοργανώσεις έδωσαν τη θέση σε μικρές (μικρότερες και από αυτές της
τελευταίας περιόδου). Από το Σύνταγμα, την πλατεία Αριστοτέλους, την Αίγινα, την
Σύρο, πήγαμε σε διοργανώσεις που οι περισσότεροι εκ των θεατών είναι οι ίδιοι
οι αθλητές και οι επίσημοι.
Και
όλο αυτό δημιουργεί μια αίσθηση παρακμής θυμίζοντας περιοδείες καλλιτεχνών που
έχει περάσει «η μπογιά τους» και με τη
δόξα από το μακρινό παρελθόν, εξαργυρώνουν (σε επαρχιακές πόλεις) το όνομά
τους.
Φιγούρες
αυτής της λειτουργίας και πορείας ο Αλέκος και ο Στέφανος που μαζί με τον
Γιώργο Καραμπέτσο (ο Νεκτάριος απλώς
παρευρίσκεται και χαιρετίζει) προσπαθούν να πείσουν πρωτίστως τον εαυτό τους
και κατ επέκταση και μας, ότι θα ζήσουμε ξανά χρυσές εποχές, αφού νομίζουν ότι
έχουν μπει στο κάδρο μιας εποχής που και
η ίδια τούς έχει ξεχάσει.
Επιπλέον
με την έλλειψη μεγάλων αθλητών, η ΕΟΠΕ προσανατολίζεται στη αναζήτηση κινήτρων οικονομικών και εσόδων μέσα από την
συμμετοχή πολλών αθλητών και την είσπραξη των παραβόλων συμμετοχής.
Κι
αν η παρουσία πολλών αθλητών είναι θετικό γεγονός, (παρότι δεν είναι φετινό
κατόρθωμα και ας προβάλλεται ως τέτοιο) ο τρόπος που το διαχειρίζονται
δείχνει ότι τους ενδιαφέρει μόνο το
κέρδος των παραβόλων, αφού η απουσία σχεδιασμού για την δημιουργία νέων αξιόπιστων
εθνικών ομάδων με προοπτική, κάνει εμφανή την άγνοια και την προχειρότητα που
κυριαρχεί.
Οι
μεγαλόστομες εξαγγελίες περί «Εθνικού Σχεδιασμού» έμειναν στα λόγια και
διαμόρφωσαν τα χαρακτηριστικά μιας διαδικασίας και πρακτικής που ακολουθήθηκε τα
τελευταία χρόνια με τα γνωστά αποτελέσματα.
Υ.Γ. Οι «άσφαιρες» διαμαρτυρίες προς την ΕΡΤ
για προνομιακή μεταχείριση άλλου αθλήματος σε βάρος του βόλεϊ είναι σε λάθος
κατεύθυνση.
Την
συμφωνία την κλείνει η ΕΟΠΕ με την διοίκηση της ΕΡΤ. Αυτή έχει την ευθύνη και
σε αυτήν πρέπει να απευθυνθούν.
Η
δική μας αναφορά ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΧΩΡΙΣ ΘΕΑΤΕΣ περιέγραψε τις υψηλές προδιαγραφές
των διοργανώσεων (ακόμη και ιδιωτικών) άλλων αθλημάτων και την αναγκαιότητα να
διδαχθούμε από αυτές και να αξιοποιήσουμε την τεχνογνωσία τους.
Είναι
χρήσιμο να μην αρκεστούμε να αναζητούμε τις ευθύνες μακριά από εμάς, αλλά να
γίνουμε εμείς καλύτεροι, φτιάχνοντας καλύτερο και εμπορικότερο το «προϊόν» μας.
Μόνο τότε θα έχουμε μέλλον.